Εκτύπωση
Κατηγορία: ΙΣΤΟΡΙΑ
Εμφανίσεις: 2003

Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ 21η ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1969 

Ο ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΟΙ 70.000 «ΤΕΝΤΙΜΠΟΗΔΕΣ»

 «ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΜΕΝ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝ»

ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΤΙΜΩΡΙΕΣ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ

 

Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 19/11/2000

http://www.iospress.gr/ios2000/ios20001119a.htm

 

 ΑΠΟ ΤΟ 1967 ΣΤΟ 2021. Η ανατροπή της σύγχρονης χούντας των lockdown θα ξεκινήσει από την αντίδραση των «νέων που τους έλεγαν αλήτες» [πάντα]. Ας μη ξεχνάμε ότι το ξέφτισμα της κουρελούς της στρατιωτικής χούντας άρχισε στις 21 Απριλίου 1969, όταν ο μαθητικός πληθυσμός γελοιοποίησε με μοναδικό τρόπο τον δικτάτορα Παπαδόπουλο στο Παναθηναϊκό Στάδιο, την πρώτη μαζική και μεγαλειώδη πράξη αντίστασης στην παράνοια των «εθνοσωτήρων», που απωθήθηκε σκοπίμως στην ιστορική μνήμη, ίσως επειδή αποτελούσε αυθόρμητη εκδήλωση 70.000 «τεντιμπόηδων» (όπως χαρακτηρίστηκαν από τους λακέδες της χούντας) και όχι κάποιων αντιστασιακών οργανώσεων.

Όπως σημειώνει η ομάδα του ΙΟΥ στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (19/11/2000):

«Στην ιστορία έχει μείνει ως πρώτη και μοναδική μαζική αντιστασιακή πράξη των πρώτων χρόνων της δικτατορίας η σιωπηλή συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων λαού στην κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου το Νοέμβρη του 1968.

Όμως η τιμή για το πρώτο μαζικό κράξιμο της χούντας ανήκει στους μαθητές της Αθήνας, τους οποίους συγκέντρωσε ο Παπαδόπουλος στο Παναθηναϊκό Στάδιο στις 21 Απριλίου του 1969 για να δώσει πανηγυρικό τόνο στη δεύτερη επέτειο του πραξικοπήματος. Το γεγονός έχει περάσει στα "ψιλά" της ιστορικής μνήμης, ίσως επειδή η αυθόρμητη αντίδραση των μαθητών αιφνιδίασε έως και τις αδύναμες ακόμα αντιδικτατορικές οργανώσεις, ίσως πάλι επειδή το "κράξιμο" συνοδεύτηκε από τις κλασικές εμπνεύσεις των νεαρών στα γήπεδα».

 

Το "Ποινολόγιον" του Γυμνασίου Νεαπόλεως Βοιών της Λακωνίας (1965-1978)

 Ένα επαρχιακό μαθητικό ποινολόγιο της εποχής του '60 και του '70 είναι ο "άφωνος" μάρτυρας της πρόσφατης σχολικής ιστορίας μας. Τα ασφυκτικά όρια της κοινωνικής δράσης των εφήβων προάγγελος της νεανικής έκρηξης.

Μέρες Πολυτεχνείου, και οι μνήμες έχουν δώσει από καιρό τη θέση τους στο ετήσιο τελετουργικό αναμάσημα του γνωστού χρονικού και των στερεότυπων ερμηνειών του. Παραμένουν έτσι στο ημίφως οι πολλές και διαφορετικές αιτίες που οδήγησαν τους φοιτητές να εξεγερθούν κατά της χούντας. Ανάμεσά τους και η καθημερινή καταπίεση που τα παιδιά αυτά είχαν υποστεί στα μαθητικά τους χρόνια από ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θεωρούσε ύψιστο αγαθό την πειθαρχία του στρατώνα. Τη σχολική πραγματικότητα τον καιρό της χούντας εικονογραφεί με τον πιο πιστό τρόπο ένα μικρό κιτρινισμένο τετράδιο που έπεσε τυχαία στα χέρια μας.

Πρόκειται για το "Ποινολόγιον" του Γυμνασίου Νεαπόλεως Βοιών της Λακωνίας (1965-1978), όπου καταγράφονται τα κρούσματα απείθειας των παιδιών και η συνήθως εξαιρετικά σκληρή τιμωρία τους: ένα αγόρι αποβάλλεται γιατί έκανε ποδήλατο, ένα κορίτσι ακολουθεί την ίδια τύχη επειδή σκόπευε να αγοράσει τη φωτογραφία του αγαπημένου της ηθοποιού από το περίπτερο, δυο αγόρια περνούν από ανάκριση γιατί γεύτηκαν μανταρίνια από ξένη μανταρινιά, ενώ κάποιοι συμμαθητές τους τιμωρούνται γιατί κυκλοφορούσαν νωρίς το βράδυ στο δρόμο.

Όπως προκύπτει από τις καταγραφές του ποινολογίου, τη ζωή των μαθητών καθόριζε ένα πολύπλοκο πλέγμα απαγορεύσεων, η παραβίαση των οποίων συνεπαγόταν πολυήμερη αποβολή από το σχολείο, μείωση της διαγωγής, οικογενειακά προβλήματα κ.ο.κ. Την εποχή εκείνη, η στέρηση της ελευθερίας είχε -και για τα παιδιά- πολλά πρόσωπα. 

Τις παραμονές της χούντας

Δεν ήταν λοιπόν εύκολο να είσαι μαθητής εκείνα τα χρόνια, και ιδιαίτερα στην ελληνική επαρχία. Μισή κουβέντα παραπάνω, ένα γέλιο πίσω από την πλάτη του καθηγητή, ένα εξωσχολικό ανάγνωσμα στην τσάντα και είχες εξασφαλισμένη την αποβολή. Το ίδιο κι αν είχες την απρονοησία να καλύψεις κάποιο συμμαθητή σου ή να ξεροβήξεις χωρίς προφανή αιτία. Δεν συζητάμε τι σε περίμενε αν σου ξέφευγε καμιά βλαστήμια. Στο κυνήγι των παιδιών συμμετείχαν αυτοβούλως παπάδες, περιπτεράδες και φιλήσυχοι πολίτες. Ιδού ένα χαρακτηριστικό δείγμα: 

Στα χρόνια της Εθνοσωτηρίου 

Μια σύντομη καταγραφή που εγκαινιάζει την περίοδο της χούντας συνοψίζει συμβολικά τα ήθη της νέας εποχής: αγροφύλακες παρακολουθούν τις κινήσεις των μαθητών εκτός σχολείου, τους καταγγέλλουν στους δασκάλους τους και συμμετέχουν στις σχετικές ανακρίσεις που διενεργεί ο διευθυντής. Οι εξουσίες που βρίσκονται πάνω από το κεφάλι των παιδιών πληθαίνουν και δεν σπανίζουν οι καλοθελητές, από τον παπά μέχρι τον πρόεδρο της κοινότητας, που με την παραμικρή ευκαιρία θα τρέξουν να τα καρφώσουν στη διεύθυνση του σχολείου. Άλλοτε γιατί τα παιδιά δεν επέδειξαν τη δέουσα ευλάβεια την ώρα του εκκλησιασμού, άλλοτε γιατί περιφέρονταν άσκοπα γύρω από το καφενείο, κάποτε γιατί τόλμησαν να βγουν στο δρόμο χωρίς την ποδιά, την κορδέλα ή το σχολικό σήμα. Βολεύονταν τότε πολλοί από τη μετατροπή των παιδιών σε πειθήνια στρατιωτάκια και έσπευδαν να βοηθήσουν το σχολείο στο κατασταλτικό του έργο. "Για το καλό των παιδιών", φυσικά, που ιδιαίτερα στις μικρές επαρχιακές πόλεις και τα χωριά αναγκάζονταν να ζουν υπό συνεχή επιτήρηση.  

Στο διάχυτο αυτό κλίμα τρομοκρατίας, όπου ο μεγάλος γινόταν καταδότης του μικρού συμπολίτη του, τα παιδιά καλούνταν να υιοθετήσουν αντίστοιχες πρακτικές στο εσωτερικό του σχολικού μικρόκοσμου: η τιμωρία τους ήταν παραδειγματική, όταν έβλεπαν κάτι "αξιόποινο" και δεν το κάρφωναν αμέσως στη διεύθυνση του σχολείου. Ταυτόχρονα, τα παιδιά πιέζονταν να εσωτερικεύσουν και να ακολουθήσουν ως αυτονόητο έναν κώδικα συμπεριφοράς που απαιτούσε από αυτά να ντύνονται, να κινούνται και να μιλούν με τον προβλεπόμενο τρόπο. Οι παραβάτες εξοστρακίζονταν από τη μαθητική κοινότητα και η διαγωγή τους μειωνόταν με τις γνωστές δυσάρεστες συνέπειες. Το κόλπο δεν έπιανε πάντα, και δεν έπιανε σε όλους. Κάποια παιδιά αντιστέκονταν στις απαγορεύσεις κάνοντας καζούρα στο μάθημα, κυκλοφορώντας μετά τη δύση του ήλιου, ή, απλώς, καλύπτοντας τους "απείθαρχους" συμμαθητές τους. Ας δούμε πώς: 

Και η χούντα καλά κρατεί (μετά την... χούντα) 

Για λόγους που δεν μπορούμε εκ των υστέρων να υποθέσουμε, οι καταγραφές στο ποινολόγιο του Γυμνασίου Νεαπόλεως διακόπτονται απότομα στα μέσα του 1969. Λίγο καιρό μετά την πτώση της χούντας, η νέα διευθύντρια του σχολείου ανακαλύπτει το τετράδιο καταχωμένο σε κάποιο συρτάρι και αποφασίζει να εκμεταλλευτεί τα λευκά φύλλα του. Αλλά όσο περίεργο κι αν ακούγεται σήμερα, ο αέρας της μεταπολίτευσης δύσκολα ανιχνεύεται στις σελίδες αυτές της νέας εποχής. Τα παιδιά συνεχίζουν να τιμωρούνται για τους ίδιους λόγους και να υφίστανται τους ίδιους περίπου περιορισμούς. Με τη διαφορά ότι τώρα οι ποινές μειώνονται αισθητά, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις οι πολυήμερες αποβολές δίνουν τη θέση τους σε μια "αυστηρή επίπληξη". Ταυτόχρονα, κάποια παραπτώματα δίνουν δειλά το στίγμα των νέων καιρών: τα παιδιά τιμωρούνται γιατί πιάστηκαν στα πράσα την ώρα που κάπνιζαν ή γιατί τόλμησαν να εμφανιστούν στο σχολείο φορώντας δαχτυλίδι... 

Ο Παπαδόπουλος και οι 70.000 «τεντιμπόηδες» 

Αντίθετα από την καταθλιπτική εικόνα που αναδίνει το μαθητικό ποινολόγιο της δικτατορίας, οι μαθητές εκείνης της εποχής τόλμησαν εκείνο που δίσταζαν να πράξουν οι μεγαλύτεροι. Στην ιστορία έχει μείνει ως πρώτη και μοναδική μαζική αντιστασιακή πράξη των πρώτων χρόνων της δικτατορίας η σιωπηλή συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων λαού στην κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου το Νοέμβρη του 1968. 

Όμως η τιμή για το πρώτο μαζικό κράξιμο της χούντας ανήκει στους μαθητές της Αθήνας, τους οποίους συγκέντρωσε ο Παπαδόπουλος στο Παναθηναϊκό Στάδιο στις 21 Απριλίου του 1969 για να δώσει πανηγυρικό τόνο στη δεύτερη επέτειο του πραξικοπήματος. Το γεγονός έχει περάσει στα "ψιλά" της ιστορικής μνήμης, ίσως επειδή η αυθόρμητη αντίδραση των μαθητών αιφνιδίασε έως και τις αδύναμες ακόμα αντιδικτατορικές οργανώσεις, ίσως πάλι επειδή το "κράξιμο" συνοδεύτηκε από τις κλασικές εμπνεύσεις των νεαρών στα γήπεδα. 

Η σκηνή, πάντως, διασώθηκε στον αντιστασιακό Τύπο της εποχής. Αντιγράφουμε από τον "Ριζοσπάστη (Μαχητή)" του ΚΚΕ Εσωτερικού (φύλλο Απρίλη 1969): "Η φοιτητική και μαθητική νεολαία που μαντρώθηκε στο Στάδιο (κάθε απουσία έπρεπε να δικαιολογηθεί με συμβολαιογράφο!) πέτυχε την οργανωμένη νίλα του Παπαδόπουλου, μόλις άρχισε να μιλάει. Αναγκάστηκε να διατάξει πειθαρχία, την οποία ανέλαβαν να επιβάλουν οι χιλιάδες χαφιέδες". 

Περισσότερες λεπτομέρειες βρίσκουμε στο "Θούριο" του Ρήγα Φεραίου (φύλλο 10, Απρίλης 1969): "Μεγαλειώδης αντιστασιακή εκδήλωση της μαθητικής νεολαίας στο Στάδιο και αντίστοιχο ξεφτέλισμα της χούντας και της τρομοκρατίας της. Οι κραυγές αποδοκιμασίας και το κατευθείαν βρισίδι των εκπροσώπων της τυραννίας ήταν μια συνεχής κατάσταση. Χαρακτηριστικά ο Παπαδόπουλος στα πρώτα 10 λεπτά της ομιλίας του δεν μπόρεσε να πει τίποτε άλλο από 'Δεν ... δεν θα δυνηθώ ... δεν θα δυνηθώ λέγω...' Στο τέλος αναγκάστηκε να επικαλεστεί διάφορα μέσα 'πειθαρχίας' αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Όλο το Στάδιο βούιζε από τις παντοειδείς κραυγές αποδοκιμασίας. Μετά νεκρική σιγή κάλυψε την υπόλοιπη εκδήλωση, παρόλα τα σταματήματα του Παπαδόπουλου που περίμενε εναγώνια κάποιο χειροκρότημα. Οι χαφιέδες που ήταν σκορπισμένοι ανάμεσα στους μαθητές δεν μπόρεσαν, δεν τόλμησαν να πουν ή να κάνουν τίποτα, χάνοντάς τα από τη μαχητική διάθεση και τον όγκο των μαθητών". 

Το ενθουσιώδες γηπεδικό κλίμα περιγράφει ο "Οδηγητής" της ΚΝΕ (φύλλο 6, Απρίλης 1969): "Με την εμφάνιση του 'μεγάλου πατέρα' στο Στάδιο τράνταξε ο κόσμος από το γιουχάισμα. Ο 'σωτήρας' σαν φρενοβλαβής που είναι εκνευρίζεται ακόμα περισσότερο. Καλεί συνεχώς στην 'τάξη' και απειλεί πειθαρχικές ποινές. Οι μαθητές απαντούν με ρυθμικές φωνές υπέρ... όχι φυσικά του 'σωτήρα', αλλά υπέρ του 'Ολυμπιακού'. Το τσούρμο των χαφιέδων δεν είναι σε θέση να επισημάνει τους 'αναρχικούς' γιατί όλοι οι μαθητές φωνάζουν γιουχαϊζοντας χωρίς διακοπή. Οι χαφιέδες φωνάζουν υπέρ του αρχηγού τους. Ο 'πατέρας' των Ελλήνων απειλεί: 'Αν ήμουν στην τάξη θα σας απέβαλα', λέει στους μαθητές". 

Φυσικά ο Παπαδόπουλος δεν μπορούσε να "αποβάλει" όλους τους μαθητές της Αθήνας. Φρόντισε όμως να καταστήσει υπεύθυνους τους δασκάλους και τους καθηγητές για τα περαιτέρω. Ωστόσο το φιάσκο αυτής της "γιορτής" ήταν τόσο κραυγαλέο, ώστε δεν μπόρεσαν να το κρύψουν ούτε οι συντάκτες του παπαδοπουλικού "Πιστεύω", του πολύτομου δηλαδή αποθησαυρισμού των λόγων του δικτάτορα. Η ομιλία του εκείνης της μέρας έχει, βέβαια, ευπρεπιστεί, αλλά οι προπαγανδιστές του καθεστώτος δεν μπορούσαν να "λογοκρίνουν" τον αρχηγό. Έτσι περιλαμβάνεται και η αποκαλυπτική φράση "επιτρέψατέ μου εξ αρχής να σας καλέσω εις πειθαρχίαν, ίνα έχω την ευκαιρίαν, απευθυνόμενος προς σας, να σας είπω ό,τι μου επιβάλλει, εκ της θέσεως που μου δίδετε, το χρέος μου απέναντί σας". 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ 

ΔΕΙΤΕ 

"Νόμος 4.000" του Γιάννη Δαλιανίδη (1962). Τα "οργισμένα νιάτα" της εποχής των εμπορικών επιτυχιών της Φίνος Φιλμ, αντιμετωπίζονται με κούρεμα και διαπόμπευση βάση του απίθανου ειδικού νόμου "περί τεντιμποϊσμού". 

"Το δέντρο που πληγώναμε" του Δήμου Αβδελιώδη (1986). Αταξίες δύο μαθητών στη Χίο του 1960 λίγο πριν τις καλοκαιρινές τους διακοπές. 

"Τέλος εποχής" του Αντώνη Κόκκινου (1994). Στα άγονα χρόνια της χούντας μια παρέα αγοριών και κοριτσιών, που τελειώνουν το σχολείο, προσπαθεί να σχεδιάσει ένα ελεύθερο μέλλον. 

"Peppermint" του Κώστα Καπάκα (1999). Ένας σαρανταπεντάρης θυμάται τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Νοσταλγία, χιούμορ, συχνά πικρό, για την αθηναϊκή κοινωνία στα μετεμφυλιακά χρόνια.

 

(Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 19/11/2000)